50 Χρόνια Πλαίσιο - Video Players

    Όταν μια μέρα ο Reed Hastings αναγκάστηκε να πληρώσει $40 για καθυστερημένη βιντεοκασέτα του «Απόλλων 13», αποφάσισε να κάνει κάτι γι’ αυτό και με τη βοήθεια του Marc Randolph - το 1997 - ίδρυσε το…

    header-9
    Όταν μια μέρα ο Reed Hastings αναγκάστηκε να πληρώσει $40 για καθυστερημένη βιντεοκασέτα του «Απόλλων 13», αποφάσισε να κάνει κάτι γι’ αυτό και με τη βοήθεια του Marc Randolph - το 1997 - ίδρυσε το Netflix Το Netflix αρχικά ήταν μία πλατφόρμα η οποία προσέφερε (με σταθερό μηνιαίο ενοίκιο και μέσω e-mail) μια τεράστια βιβλιοθήκη ταινιών σε DVD στους συνδρομητές εντός ΗΠΑ. Η συνέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή: ακολούθησε η διαδικτυακή τηλεόραση και οι 137 εκατομμύρια ενεργοί χρήστες που παρακολουθούν τα προγράμματά του, σε 190 χώρες. Ωστόσο, πριν το διαδίκτυο και την ψηφιοποίηση του περιεχομένου, μία ήταν η συσκευή που συντρόφευσε τα νεανικά χρόνια αρκετών γενεών. Και φυσικά αναφερόμαστε στο VHS (γνωστό και ως οικιακό σύστημα βίντεο), το βασικότερο μέσο ψυχαγωγίας της οικογένειας εκείνη την εποχή. Μία ηλεκτρονική συσκευή η οποία μπορούσε να αναπαράγει και να γράψει κινούμενη εικόνα, χρησιμοποιώντας μία βιντεοκασέτα (μαγνητική ταινία). Το βίντεο μπήκε στη ζωή μας το 1971, όταν η Sony ξεκίνησε να πωλεί εγγραφείς βιντεοκασέτας (VCRs). Η είσοδος του βίντεο στους οικιακούς καταναλωτές δημιούργησε μια περίοδο έντονου ανταγωνισμού, με ασύμβατα μεταξύ τους μοντέλα (VCR,Betamax, VHS), ώσπου τελικά επικράτησε το VHS ως το κατεξοχήν φορμάτ. Σύντομα στα καταστήματα άρχισε να επικρατεί συνωστισμός. H βίντεο-φρενίτιδα ήταν πλέον γεγονός, παρ' ότι οι συσκευές δεν ήταν φτηνές, καθώς η τιμή τους άγγιζε ακόμη και τις 150 χιλιάδες δραχμές (€440). Με την έλευση των συσκευών βίντεο, άρχισαν να ξεφυτρώνουν στις γειτονιές και τα βίντεο κλαμπ. Oι πελάτες μπορούσαν να ενοικιάσουν τις βιντεοκασέτες με την εβδομάδα ή με την ημέρα, αν ήταν πιο καινούριοι τίτλοι. Μεγαλύτερο πλεονέκτημα της βιντεοκασέτας η εύκολη αντιγραφή, ωστόσο το συγκεκριμένο μέσο είχε πολλά μειονεκτήματα: ήταν ευαίσθητο στις υψηλές θερμοκρασίες, τα βίντεο «μάσαγαν» τις μαγνητικές ταινίες και η μετάβαση από ένα σημείο σε ένα άλλο ήταν εξαιρετικά επίπονη και χρονοβόρα, γυρίζοντας τα καρούλια με την ταινία μπρος - πίσω (σχεδόν) στα «τυφλά»! Χειρότερο απ’ όλα: η χαμηλής ποιότητας εικόνας της βιντεοκασέτας. Η αντίστροφη μέτρηση για τον αφανισμό του VHS ξεκίνησε την ημέρα που κυκλοφόρησε το DVD, το οποίο με τη σειρά του έδωσε τη σκυτάλη στο Blu-ray, φτάνοντας σήμερα στις on-demand ψηφιακές πλατφόρμες. Σε αντίθεση με τους δίσκους βινυλίου, που απολαμβάνουν τον τελευταίο καιρό την «αναγέννησή» τους, το VCR δεν είναι πιθανό να ζήσει μια παρόμοια αναβίωση. Κάποιοι από εμάς  θυμούνται με νοσταλγία εκείνη την εποχή: τα ταλαιπωρημένα εξώφυλλα στα κουτιά, την ουρά στο ταμείο του βιντεοκλαμπ, την αναμονή για την κυκλοφορία μίας ταινίας, τους κακομεταφρασμένους υπότιτλους… όμως, μπορούν τα 335×576 «ταπεινά» pixels μίας βιντεοκασέτας να κοντράρουν τα αψεγάδιαστα 3840 x 2160 pixels (4K UHD) του Netflix;